Σε έναν κόσμο που καίγεται από απληστία, εγωισμό και δίψα για εξουσία, οι φωνές των παιδιών πνίγονται κάτω από τον ήχο των πολεμικών σειρήνων. Οι ηγέτες μιλούν για στρατηγική και συμφέροντα, την ώρα που οι μητέρες θρηνούν και τα σχολεία ερημώνουν. Οι λέξεις «πατρίδα», «ασφάλεια» και «ειρήνη» έχουν καταντήσει βιτρίνα πίσω από την οποία κρύβεται η απανθρωπιά.
Πόσοι πόλεμοι ξεκινούν όχι για άμυνα, αλλά για επιρροή, ενέργεια και δύναμη; Πόσες «αθώες ψυχές» χάνονται επειδή κάποιος, κάπου, θέλησε να δείξει ποιος είναι πιο ισχυρός;
Κι όμως… πίσω από όλα αυτά, οι απλοί άνθρωποι είναι πάντα αυτοί που πληρώνουν. Είναι ο πατέρας που χάνει το παιδί του, η μητέρα που σκάβει στα ερείπια με τα γυμνά της χέρια, το παιδί που μεγαλώνει με τη βία και τον φόβο σαν καθημερινότητα. Κανείς δεν τους προειδοποιεί. Κανείς δεν τους ρωτά.
Οι ηγεσίες έχουν τα καταφύγιά τους. Οι ισχυροί έχουν σχέδια «εκκένωσης». Εμείς όμως; Εμείς έχουμε μόνο ο ένας τον άλλον. Όσοι δεν φεύγουμε, μένουμε να δούμε τον κόσμο να καίγεται, ελπίζοντας ότι δεν θα έρθει και η δική μας σειρά. Μα η σειρά όλων έρχεται αργά ή γρήγορα, όταν ο άνθρωπος χάνει την ανθρωπιά του.
Μας κυβερνούν αριθμοί, όχι αξίες. Επιβιώνει όποιος προσαρμόζεται, όχι όποιος αγαπά. Η ζωή έγινε μια αγορά ψυχών – και τα παιδιά μας το εμπόρευμα. Η θλίψη δεν μετριέται πια σε δάκρυα, αλλά σε «παράπλευρες απώλειες».
Και κάπου εκεί, σε ένα υπόγειο καταφύγιο με ατσάλινες πόρτες, κάποιος παίζει Θεό.
Δεν θα μείνουμε σιωπηλοί. Δεν θα ξεχάσουμε ποιος πληρώνει. Δεν θα δεχτούμε να γίνουν τα παιδιά μας το τίμημα ενός κόσμου που σάπισε από μέσα.
Συντάκτης: Ηλίας Μονογυιός